Σάββατο 19 Αυγούστου 2017

ΤΟΥ ΑΓΟΡΙΟΥ ΤΟ ΣΥΝΝΕΦΟ

                                        Του αγοριού το σύννεφο.
Άλλη μια μέρα που γύρισε στο σπίτι βουρκωμένος. Γρήγορα, πήγε στο δωμάτιο του και βιαστικά κλείδωσε την πόρτα. Έσκυψα και κοίταξα από την κλειδαρότρυπα. Είχε καθίσει, ως συνήθως, στο παράθυρο, έχοντας καρφωμένα τα γαλανά του μάτια στον απέραντο ουρανό. Ύστερα ακούμπησε το κεφάλι του στον τοίχο. Κάθισε κάτω και αργά αγκάλιασε τα πόδια του , σκύβοντας το κεφάλι. Ύστερα το σήκωσε, για να σκουπίσει μάλλον ένα δάκρυ που μόλις είχε στάξει. Σηκώθηκε. Γύρισε την πλάτη, και ξαναστράφηκε στον ατέλειωτο ουρανό.
Τα μάτια δακρύζουν, όταν πονάει η καρδιά, λένε. Και η καρδιά πονά όταν υποφέρει η λογική. Κάτι βασάνιζε τον γιο μου, κάτι που αρνούταν να μου πει. Ο Γιώργος είναι κλειστός χαρακτήρας. Μιλά λίγο ή και καθόλου. Αν και παιδί, είναι πολύ προσεκτικός και καθόλου επιπόλαιος. Γενικά έχει δύσκολο γούστο. Του αρέσουν λίγα παιχνίδια και παρακολουθεί συγκεκριμένες παιδικές σειρές τα  σαββατοκύριακα. Αγαπά την κλασική μουσική και τον κλασικό χορό. Στα έξι του μου είχε ζητήσει να αρχίσει μπαλέτο. Η γυναίκα μου, που πέθανε στη γέννα, ήταν μπαλαρίνα. Κι ενώ μικρός χάζευε συχνά  τις φωτογραφίες από τις παραστάσεις της μητέρας του , θέλησε να κάνει κάτι που  εκείνη, όσο ζούσε,  αγαπούσε. Έτσι θα ερχόταν πιο κοντά της, μου έλεγε. Κι εγώ τον πήγα  ανήμπορος να του στερήσω αυτή του την επιθυμία. Παρόλο που ήταν αγόρι, ήταν καλός. Θαρρούσες πως το ταλέντο του ήταν η κληρονομιά που του είχε αφήσει η μάνα του, ένα έμφυτο χάρισμα. Δεν ήταν λίγες οι φορές που έψαχνε στις συμμαθήτριες του τον τρόπο που χόρευε η μητέρα του. Κι όταν μια μέρα τον βρήκε, ερωτεύτηκε εκείνη που τον διέθετε. Αυτή υπήρξε ο πρώτος του έρωτας.
 Πίστευα πως ο γιος μου ήταν ευτυχισμένο παιδί. Μα κάτι μεσημέρια σαν εκείνο, με έκαναν να αμφιβάλλω. Είναι δεκατριών χρονών τώρα, κι ενώ ολημερίς στο σπίτι χαμογελά, όταν γυρνά καμιά φορά από το σχολείο θαρρώ πως κάτι είναι συννεφιασμένο μέσα του. Διαισθάνομαι ότι θέλει να μου μιλήσει, μα δεν το κάνει. Άλλωστε, είναι κλειστός χαρακτήρας ο Γιώργος…
Εχθές   πήγα να τον πάρω από το σχολείο. Δεν είχε σχολάσει ακόμη, απλώς είχα σκεφτεί να τον πάρω να πάμε κάπου έξω για φαγητό. Ήταν  Παρασκευή άλλωστε , κι είχε εύκολο πρόγραμμα. Πέρυσι ήταν άριστος μαθητής. Φέτος  η αλήθεια είναι πως έχει φανερώσει μια πτώση. Δεν με ανησυχεί όμως. Φαντάζομαι ότι φταίει η εφηβεία, η οποία αργά ή γρήγορα θα περάσει.
Μπήκα στο σχολείο. Ήταν διάλειμμα. Ρώτησα έναν συμμαθητή του πού είναι και μου απάντησε πως δεν ξέρει. Μετά ρώτησα ένα κοριτσάκι και μου απάντησε ότι δεν είχε δει τη φίλη του από το δεύτερο διάλειμμα. Προσπάθησα να της εξηγήσω ότι δεν με ενδιέφερε που ήταν οι υπόλοιποι φίλοι της, μα εκείνη χωρίς να δείχνει να καταλαβαίνει ότι εγώ έψαχνα μόνο τον Γιώργο, γελούσε. Ύστερα, απευθύνθηκα στον καθηγητή της φυσικής, που είχε τρίτη ώρα και μου είπε ότι ο Γιώργος, αφότου ζήτησε άδεια να πάει στην τουαλέτα λίγο πριν χτυπήσει το κουδούνι δεν γύρισε.
Πανικοβλήθηκα. Ο Γιώργος είναι πολύ υπεύθυνος. Δεν θα έφευγε ποτέ χωρίς να  ενημερώσει κάποιον αρμόδιο. Επίσης  είναι και πολύ ήσυχος. Αποκλείεται να έκανε κoπάνα. Θα με είχε  ειδοποιήσει! Ωστόσο αποφάσισα να κοιτάξω και στην πόλη. Το σχολείο είναι κοντά στην κεντρική πλατεία και γρήγορα έφτασα εκεί, κι αργότερα στις καφετέριες , όπου πολλά παιδιά συχνάζουν όταν κουράζονται από το σχολείο. Μα δεν ήταν εκεί. Ύστερα περπάτησα κατά μήκος ολόκληρης της παραλιακής, ευελπιστώντας να τον βρω να αγναντεύει την σιωπηλή θέα του ήσυχου λιμανιού και του ιστορικού κάστρου, που δίνει αίσθηση πολέμου μέσα στο τόσο ειρηνικό αυτό τοπίο. Μα δεν ήταν ούτε εκεί. Ολόκληρη η πόλη είχε γίνει Παλαμήδι, μια μεγάλη για μένα φυλακή! Αμήχανος οδηγήθηκα στα ναυπλιακά σοκάκια . Χάθηκα σε αυτά. Είναι τόσο πολλά σαν λαβύρινθος. Το καθένα φαντάζει ξεχωριστά  υπέροχο, μα τόσο μοναδικά αποπνικτικό παράλληλα. Ο Γιώργος δεν ήταν ούτε εκεί.
Γύρισα στο σχολείο. Αρχικά στεκόμουν ακίνητος κι έπειτα ακούμπησα σε ένα πεζούλι, περιμένοντας να χτυπήσει το κουδούνι, με την απόκρυφη ελπίδα, ότι αυτήν την ώρα  θα πήγαινε στην τάξη για μάθημα. Και την στιγμή που το πρώτο δάκρυ, σαν από ατσάλι, γλίστρησε στο μάγουλό μου, άκουσα ένα αγόρι, λίγο μεγαλύτερο από τον Γιώργο, να λέει σε έναν φίλο του : << O πατέρας του δεν είναι αυτός; Άντε λύσε τον. Γρήγορα!>>
Έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου. Ήμουν ο μόνος ενήλικας τριγύρω. Και κάπου εκεί, έπιασα τον εαυτό μου να ελπίζει ότι για πρώτη φορά ο γιος μου  παραβίασε κάθε κανόνα, έφυγε από το σχολείο χωρίς να του επιτραπεί,  ήταν κάπου καλά , και είχε ξεχάσει να μου τηλεφωνήσει. Μα ενστικτωδώς είχα ακολουθήσει εκείνο το αγόρι. Βρέθηκα στις τουαλέτες των κοριτσιών. Είδα εκείνο το αγχωμένο αγόρι να ανοίγει την τελευταία πόρτα. Μπήκε μέσα, ίσως γιατί ήθελε να προσποιηθεί ότι είχε πάει εκεί για δική του ανάγκη. Όμως, δε δίστασα. Μετα από μερικά δευτερόλεπτα  την άνοιξα. Και δυστυχώς, βρήκα το παιδί μου, καθισμένο κάτω  με μια κολλητική ταινία στο στόμα και τα χέρια δεμένα στο εσωτερικό χερούλι να κοιτά με δακρυσμένα μάτια από το μικρό παράθυρο  τον φωτεινό ουρανό. Στο μέτωπο του γραμμένη σε ένα χαρτάκι η λέξη << αδερφή>>.
Το άλλο αγόρι είχε προλάβει να εξαφανιστεί. Ο γιος μου όμως, ήταν ο παγιδευμένος. Δεν μπορούσε να το σκάσει. Ήταν θεέ μου εκεί από την δεύτερη ώρα; Βλέποντας με, ένα χαμόγελο ανακούφισης σαν να σχηματίστηκε στο πρόσωπο του, γιατί προφανώς θα γλίτωνε από μια επίγεια κόλαση στην οποία τις τελευταίες ώρες είχε δοκιμαστεί. Μα παράλληλα, έσκυψε το κεφάλι, σαν ντροπιασμένος. Γονάτισα. Και μαζί με τα πόδια μου, το πάτωμα άγγιξαν και τα σωθικά μου. Το μυαλό μου είχε θολώσει. Έλυσα τα χέρια του παιδιού μου κι ύστερα τα φίλησα. Απαλά ξεκόλλησα την ταινία και του χάιδεψα τα χείλη. Του σκούπισα τα δάκρυα κι έπειτα τον έσφιξα στην αγκαλιά μου.
Δεν είχα αντιληφθεί τι γινόταν. Άργησα τόσο πολύ να καταλάβω, να ξυπνήσω και να συνειδητοποιήσω ότι τίποτα δεν οφειλόταν στην εφηβεία. Ήθελα μάλλον να πιστεύω ότι ο γιος μου ήταν καλά, για να μην σκέπτομαι πόσο καλύτερα θα ήταν τα πράγματα με τη γυναίκα μου στο σπίτι. Είχα φταίξει που τον άφησα να μάθει χορό; Είχα φταίξει που δεν τον είχα στείλει αντί αυτού ποδόσφαιρο ή είχα φταίξει, που κοιμόμουν, σε ένα λήθαργο βαρύ κι άφησα το παιδί μου στο έλεος κάποιων ψυχοφθόρων καταστάσεων; Όπως και να `ναι, είχα φταίξει!
Καθίσαμε όλη μέρα σπίτι. Προσπάθησα να μάθω την ιστορία από την αρχή. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του συχνά τα παιδιά τον κορόιδευαν επειδή μάθαινε χορό. Κάποια άλλα του είχαν κολλήσει την ταμπέλα του ορφανού. Εν κατακλείδι, καθημερινά όλο και κάποιος καλοθελητής τον ενοχλούσε. Κι αυτός τα κρατούσε όλα μέσα του. Ήλπιζε ίσως ότι κάποια στιγμή όλα θα φτιάξουν. Κι ενώ μιλούσε, κοιτώντας τον με επίμονο βλέμμα προσπαθούσα να τον κάνω να μη δει το τόσο γεμάτο τύψεις και ενοχές πρόσωπο μου.
Έφτασε Δευτέρα. Ήμασταν έτοιμοι να φύγουμε, να πάμε να αντιμετωπίσουμε μαζί αυτό το πρόβλημα, παρόλο που υπήρξα σύμμαχος  καθυστερημένα. Μα λίγο πριν περάσουμε την εξώπορτα , τρέμοντας ξεστόμισε :                                                                        - Μπαμπά, δεν θέλω να πάω σχολείο. Σε παρακαλώ.                                                                         – Γιατί;                                                                                                                                                       –Ξέρεις μπαμπά. Πάμε μια βόλτα;                                                                                                       – Μα δεν πρέπει να κάνεις απουσίες.                                                                                                   – Σε παρακαλώ, μπαμπάκα.                                                                                                                      – Τι θα έλεγες, αν σου πρότεινα να πας σε ένα άλλο σχολείο; Θα το ήθελες;                                                                                                          – Ίσως. Αν δεν υπάρχουν εκεί κακά παιδιά, θα ήθελα, πιστεύω! 
Βλέποντας τον δισταγμό ζωγραφισμένο στο πρόσωπο του γιου μου, η αλήθεια είναι πως απόρησα. Ένας φόβος και μια ανασφάλεια είχαν γεννηθεί στην ψυχή του, γιατί ένιωθε ανίκανος να αντιμετωπίσει τους άλλους. Είχε ξεχάσει ότι όλοι είμαστε ίσοι και  ότι έχουμε τα ίδια δικαιώματα απέναντι στην ελευθερία και στην ευτυχία. Η καρδιά του ήταν βουλιαγμένη σε αμφιβολίες. Βυθίστηκα σε σκέψεις. Τι υπήρχε άραγε στην καρδιά εκείνων των παιδιών , που οδήγησαν το δικό μου σε αυτή την κατάσταση; Ο γιος μου τα αποκάλεσε <<κακά παιδιά>>. Μα εγώ ξέρω πως αυτό δεν σημαίνει τίποτα. Στην τελική, ο καλός είναι απλώς λίγο καλύτερος από τον κακό και ο κακός λίγο χειρότερος από τον καλό. Θα υπήρχαν άραγε στην ψυχή τους φοβίες και συμπλέγματα ή μόνο κακία; Το δεύτερο μάλλον αποκλείεται. Οι παιδικές καρδιές είναι όλες ίδιες εξισου αγνές. Άρα, ίσως εκείνα τα αγόρια χρειαζόταν περισσότερη βοήθεια από το δικό μου. Ναι , ο γιος μου ήταν το θύμα. Οι θύτες όμως; Μήπως οι θύτες υπήρξαν κάποτε θύματα ή έγιναν θύτες για να εκφοβίσουν τους δικούς τους φόβους; Άγνωστον.
Ήταν η τελευταία μέρα που επισκεφτήκαμε αυτό το σχολείο. Οι δυο μας αποφασίσαμε να γυρίσουμε σελίδα. Τον έπεισα να με εμπιστεύεται, να μου επιτρέπει να είμαι δίπλα του κάθε στιγμή, σαν μάνα και πατέρας ταυτόχρονα. Ο Γιώργος συνέχισε τον χορό. Μετά από πολύωρες συζητήσεις μου δήλωσε ότι δεν θα τα παρατούσε, θα συνέχιζε να κάνει αυτό που αγαπά- με όποιο κόστος. Πάντως  είχε αλλάξει αρκετά, ` σαν να είχε ωριμάσει. Ώσπου μια μέρα, έχοντας βρει τη χαμένη του αυτοπεποίθηση, γεμάτος δύναμη, πριν από μια καλοκαιρινή παράσταση, μου είπε : <<Μπαμπά, σου υπόσχομαι ότι μια μέρα όλοι όσοι με πλήγωσαν , με περηφάνεια θα λένε στα παιδιά τους ότι με γνωρίζουν!>>
Κι έτσι κι έγινε. Ήμουν σίγουρος πια ότι ο μικρός είχε αντιληφθεί το νόημα της ζωής. Είχε καταλάβει ότι το παρελθόν δεν το ξεχνάμε , μήτε το διαγράφουμε. Αντιθέτως, το κάνουμε  όχι μόνο κτήμα μας και δύναμή μας,  για να πάμε παρακάτω, αλλά και όπλο μας,  για να αντιμετωπίσουμε το μέλλον. Κι αφού λοιπόν πέρασαν τα χρόνια, πέτυχε! Το <<ορφανό>>, η <<αδερφή>>, που καταγόταν από το Ναύπλιο, τη μικρή αλλά πανέμορφη αυτή πόλη,  ήταν πια από τους μεγαλύτερους και πιο καταξιωμένους  κλασικούς χορευτές ολόκληρου του κόσμου!

                                                                                                                            ΜΑΡΙΑ ΤΣΙΓΑΡΑ


                                                                                                                   


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου