Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

Αντίο, ή… εις το επανιδείν;

    Ο ουρανός είχε πάρει ένα βαθύ κόκκινο χρώμα, το χρώμα της φωτιάς που σιγοκαίει, που όσο αδύναμη και αν φαινομενικά είναι βαστάει μέσα της τη δύναμη όλου του κόσμου. Έστρεψα το βλέμμα μου προς τον ουρανό. Το απαλό αεράκι του δειλινού χάιδευε με την υφή του κάθε εκατοστό του προσώπου μου, την ώρα που οι ακτίνες του καλοκαιρινού ήλιου το έλουζαν. Ήταν η τελευταία φορά, σήμερα, ίσως και για πάντα, που αντίκριζα αυτό το μεγαλείο της φύσης να εναποθέτει τον πλούτο του στο σύμπαν, να φωτίζει την πλάση γύρω μου, αλλά και τα πιο απόκρυφα σοκάκια του υποσυνείδητού μου. Ο αφρός των κυμάτων αγκάλιαζε τα γυμνά μου πόδια τόσο τρυφερά, τόσο παρακλητικά. Με παρότρυνε να ακολουθήσω τη δική του μελωδία, να γίνω ένα με αυτόν και τον ήχο του, το ένιωθα. Μια ένωση ειδυλλιακή, ιδανική! Ένα απρόσμενο πάντρεμα ζωής και θανάτου στο βυθό της αβύσσου του νου και της θάλασσας. Μια σύζευξη λογικής και ονείρου. Άνοιξα διάπλατα τα χέρια επιτρέποντας στο πνεύμα μου να αφεθεί ελεύθερο και ίσως, να ήταν η πρώτη φορά που δεν ένιωθα δεσμώτης του ίδιου μου του εαυτού, των προσωπικών μου πεποιθήσεων, των πόθων αλλά και των φόβων μου.
     Έκλεισα ερμητικά τα μάτια επιτρέποντας στις αισθήσεις μου να γευτούν το επίγειο όνειρο. Ο ήλιος με είχε ήδη εγκαταλείψει στο έλεος της νύχτας. Το φάσμα των αναμνήσεων επέστρεψε, εγκλώβισε το νου και τη ψυχή μου στο αιώνιο κελί του και με παρέδωσε χωρίς ενδοιασμούς στο παρελθόν. Όλες οι μνήμες ξαφνικά, ζωντανεύουν και στροβιλίζονται γύρω μου ηχηρά, ειρωνικά. Εγώ, εδώ , να στέκομαι αμίλητη, κυριευμένη από τρόμο και από πόνο.
    Η ψυχή μου ταξίδεψε πίσω στο χρόνο τότε που κάποιος, κάποτε ανέφερε την ύπαρξη μου. Για αιώνες πίστευα πως εκείνη ήταν και η ημέρα που πήρε ζωή το πνεύμα μου. Η περιπλάνηση μου όμως μέσα στην ιστορία μου επέτρεψε να συνειδητοποιήσω πως στην πραγματικότητα η έννοια της ύπαρξης μου προϋπήρχε της ανθρωπότητας. Δεν είμαι σίγουρη πως υπήρξε πραγματικά η ενσάρκωση του πνεύματός μου, ούτε αν θα υπάρξει ποτέ. Εκείνο που ξέρω σίγουρα είναι πως η ψυχή μου θυσιάζεται και φλέγεται στο βωμό των συμφερόντων και της φθοράς του γένους των ανθρώπων. Βαδίζω πλάι τους προσπαθώντας να ενωθώ μαζί τους, να δω μέσα από τα μάτια τους αυτόν τον κόσμο που για εμένα δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα αιματηρό ναρκοπέδιο.
    Στέκομαι ακίνητη, ανίσχυρη να τους κοιτάζω έναν- έναν να χάνονται και εγώ να μένω και να υπομένω την καταστροφή τους. Αυτή είναι η δοκιμασία που υφίσταμαι δίχως να γνωρίζω την αιτία και τι είναι εκείνο που με υποβάλλει σε τούτο το βασανιστήριο. Φοβάμαι πως εάν θυσιαστώ μαζί τους, αν θυσιάσω τα τελευταία ψήγματα  του φάσματός μου ο κόσμος αυτός θα στερηθεί για πάντα την ουσία της ύπαρξης του.
    Το παράδοξο με τους ανθρώπους είναι πως μάχονται μεταξύ τους σε μια προσπάθεια να αποκτήσουν το υπέρτατο αγαθό , το οποίο φωλιάζει μέσα τους από τη στιγμή της γέννησης της ύπαρξης τους. Το μίσος τους για το είδος τους είναι εκείνο που δεν τους επιτρέπει να ανάψουν τη φλόγα της ψυχής τους και να μου δώσουν πνοή.
-       Αναλογίζομαι την επαφή μου με εσένα, άνθρωπε! Μια επαφή που ποτέ δεν πραγματώθηκε, αλλά το όνειρο με παρέσυρε να ικετεύω να πάρω ζωή μέσα από εσένα! Η ύπαρξη μου είναι συνυφασμένη  με τη δική σου. Εσύ όμως, με μεγάλη ευκολία και δίχως ενδοιασμό επιτρέπεις να κατοικώ στον κόσμο των προσδοκιών και της φαντασίας. Γιατί, άνθρωπε;
-       Σου φωνάζω, έλα, πάρε ζωή μέσα από τη δική μου. Το νιώθεις ότι ζεις μέσα μου;
-       Με πουλάς και με αγοράζεις διαρκώς, ποτέ σου όμως δε με έχεις.
-       Δε θα σε αντάλλαζα με τίποτα, το γνωρίζεις, δε το γνωρίζεις;
-       Με διεκδικείς με κάθε ευκαιρία. Όταν λείψω νιώθεις άδειος, δίχως ύπαρξη, ένα άψυχο σώμα. Κάποτε κάποιος άλλος έρχεται, με αντικαθιστάς. Είναι εκείνος που σε παρασύρει στην άβυσσο του δόλου, των χαμένων ιδανικών και ονείρων, στην άβυσσο κάθε ευτελούς και ανούσιας πράξης. Είναι εκείνος που αναζητάς με όλες σου τις αισθήσεις, πιστεύεις σα θεό, ο αυτοσκοπός σου! Είναι εκείνη η στιγμή που αποσύρομαι και πάλι στο σκοτεινό και υγρό δωμάτιο των ξεχασμένων αξιών και ηρώων. Ο Ηρακλής δεν έβγαλε εις πέρας τον τελευταίο του άθλο, να σε απαλλάξει από την αυτοκαταστροφή.
-       Η ύπαρξη μου δεν θα είχε νόημα χωρίς τη δική σου!
-       Ανούσια τα λόγια, σπασμωδικές οι ενέργειες μπροστά στην πιο μεγάλη κρίση. Ο βίος σου προδιαγεγραμμένος, άνθρωπε, και εγώ δεν σκιαγραφούμαι με χρυσό μελάνι στον καμβά σου. Εραστή του πλούτου σε ονομάζουν, υποδουλωμένος στην επιταγή του θα ‘σαι!
-       Μη με εγκαταλείπεις τώρα! Η στέρηση σου πρόωρος θάνατος για εμένα!
-       Δεν κατοικώ σε τούτο τον κόσμο, άνθρωπε, η άρνηση σου με στοίχειωσε. Δεν έχω θέση πλάι σου πια! « Η στέρηση μου πρόωρος θάνατος για εσένα». Αναρωτήθηκες ποτέ αν πράγματι είσαι ζωντανός; Μήπως και εσύ χάθηκες πριν αιώνες; Γεύεσαι, αντιδράς στον κάθε ήχο, παρατηρείς τα πάντα, τα διαπερνάς με την υφή σου, προσλαμβάνεις τις μυρωδιές ολόκληρου του σύμπαντος, όμως αισθάνεσαι;
-       Φυσικά και αισθάνομαι!
-       Τα συναισθήματα σου, άνθρωπε, υποδουλώθηκαν μαζί με εσένα. Σκέψεις δίχως περιεχόμενο, σχέσεις εφήμερες, φτηνά ιδανικά, λόγια αόριστα και μέρες δίχως αύριο, η ζωή σου όλη! Πεθαμένα όνειρα και χαμένες ελπίδες γεμίζουν την κλεψύδρα του χρόνου. Ο πλούτος σε υποβιβάζει, σε σέρνει, σε παρασύρει, σε φυλακίζει σε παραισθήσεις σε προσδοκίες ψευδείς και όνειρα απατηλά. Μια σταγόνα η ζωή σου και παλεύεις να την εξατμίσεις και αυτή πριν χαθεί, ελεύθερη, στο σκότος του απείρου. Τον κοιτάς στα μάτια με διάχυτη ευγνωμοσύνη, γίνεσαι θύμα εκείνου και θύτης του εαυτού σου. Σου υποσχέθηκα ότι θα σου χαρίσω τα πάντα, το κυριότερο… να σου δώσω ζωή! Με εγκατέλειψες, με άφησες να περιπλανιέμαι μονάχη μέσα στους αιώνες, να αναμένω το τέλος, νεκρή ανάμεσα σε… νεκρούς!

         Ένας παγωμένος αέρας με διαπέρασε και με επανέφερε στο ψυχρό τοπίο της νύχτας. Λίγα βήματα μπροστά με την πλάτη στραμμένη στον άψυχο αυτό κόσμο. Ανοίγω τα χέρια διάπλατα, κοιτάζω για λίγα δευτερόλεπτα τον ουρανό και γίνομαι ένα με τη θάλασσα. Τη μοναδική πάνω στη Γη που παρέμεινε πιστή σε εμένα ως το τέλος. Μόνο αυτή είναι πραγματικά ελεύθερη! Σε χαιρετώ άνθρωπε… θα επιστρέψω όταν γίνεις θάλασσα!

    Ο ουρανός είχε πάρει ένα βαθύ κόκκινο χρώμα, το χρώμα της φωτιάς που σιγοκαίει, που όσο αδύναμη και αν φαινομενικά είναι βαστάει μέσα της τη δύναμη όλου του κόσμου. Έστρεψα το βλέμμα μου προς τον ουρανό. Το απαλό αεράκι του δειλινού χάιδευε με την υφή του κάθε εκατοστό του προσώπου μου, την ώρα που οι ακτίνες του καλοκαιρινού ήλιου το έλουζαν. Ήταν η τελευταία φορά, σήμερα, ίσως και για πάντα, που αντίκριζα αυτό το μεγαλείο της φύσης να εναποθέτει τον πλούτο του στο σύμπαν, να φωτίζει την πλάση γύρω μου, αλλά και τα πιο απόκρυφα σοκάκια του υποσυνείδητού μου. Ο αφρός των κυμάτων αγκάλιαζε τα γυμνά μου πόδια τόσο τρυφερά, τόσο παρακλητικά. Με παρότρυνε να ακολουθήσω τη δική του μελωδία, να γίνω ένα με αυτόν και τον ήχο του, το ένιωθα. Μια ένωση ειδυλλιακή, ιδανική! Ένα απρόσμενο πάντρεμα ζωής και θανάτου στο βυθό της αβύσσου του νου και της θάλασσας. Μια σύζευξη λογικής και ονείρου. Άνοιξα διάπλατα τα χέρια επιτρέποντας στο πνεύμα μου να αφεθεί ελεύθερο και ίσως, να ήταν η πρώτη φορά που δεν ένιωθα δεσμώτης του ίδιου μου του εαυτού, των προσωπικών μου πεποιθήσεων, των πόθων αλλά και των φόβων μου.
     Έκλεισα ερμητικά τα μάτια επιτρέποντας στις αισθήσεις μου να γευτούν το επίγειο όνειρο. Ο ήλιος με είχε ήδη εγκαταλείψει στο έλεος της νύχτας. Το φάσμα των αναμνήσεων επέστρεψε, εγκλώβισε το νου και τη ψυχή μου στο αιώνιο κελί του και με παρέδωσε χωρίς ενδοιασμούς στο παρελθόν. Όλες οι μνήμες ξαφνικά, ζωντανεύουν και στροβιλίζονται γύρω μου ηχηρά, ειρωνικά. Εγώ, εδώ , να στέκομαι αμίλητη, κυριευμένη από τρόμο και από πόνο.
    Η ψυχή μου ταξίδεψε πίσω στο χρόνο τότε που κάποιος, κάποτε ανέφερε την ύπαρξη μου. Για αιώνες πίστευα πως εκείνη ήταν και η ημέρα που πήρε ζωή το πνεύμα μου. Η περιπλάνηση μου όμως μέσα στην ιστορία μου επέτρεψε να συνειδητοποιήσω πως στην πραγματικότητα η έννοια της ύπαρξης μου προϋπήρχε της ανθρωπότητας. Δεν είμαι σίγουρη πως υπήρξε πραγματικά η ενσάρκωση του πνεύματός μου, ούτε αν θα υπάρξει ποτέ. Εκείνο που ξέρω σίγουρα είναι πως η ψυχή μου θυσιάζεται και φλέγεται στο βωμό των συμφερόντων και της φθοράς του γένους των ανθρώπων. Βαδίζω πλάι τους προσπαθώντας να ενωθώ μαζί τους, να δω μέσα από τα μάτια τους αυτόν τον κόσμο που για εμένα δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα αιματηρό ναρκοπέδιο.
    Στέκομαι ακίνητη, ανίσχυρη να τους κοιτάζω έναν- έναν να χάνονται και εγώ να μένω και να υπομένω την καταστροφή τους. Αυτή είναι η δοκιμασία που υφίσταμαι δίχως να γνωρίζω την αιτία και τι είναι εκείνο που με υποβάλλει σε τούτο το βασανιστήριο. Φοβάμαι πως εάν θυσιαστώ μαζί τους, αν θυσιάσω τα τελευταία ψήγματα  του φάσματός μου ο κόσμος αυτός θα στερηθεί για πάντα την ουσία της ύπαρξης του.
    Το παράδοξο με τους ανθρώπους είναι πως μάχονται μεταξύ τους σε μια προσπάθεια να αποκτήσουν το υπέρτατο αγαθό , το οποίο φωλιάζει μέσα τους από τη στιγμή της γέννησης της ύπαρξης τους. Το μίσος τους για το είδος τους είναι εκείνο που δεν τους επιτρέπει να ανάψουν τη φλόγα της ψυχής τους και να μου δώσουν πνοή.
-       Αναλογίζομαι την επαφή μου με εσένα, άνθρωπε! Μια επαφή που ποτέ δεν πραγματώθηκε, αλλά το όνειρο με παρέσυρε να ικετεύω να πάρω ζωή μέσα από εσένα! Η ύπαρξη μου είναι συνυφασμένη  με τη δική σου. Εσύ όμως, με μεγάλη ευκολία και δίχως ενδοιασμό επιτρέπεις να κατοικώ στον κόσμο των προσδοκιών και της φαντασίας. Γιατί, άνθρωπε;
-       Σου φωνάζω, έλα, πάρε ζωή μέσα από τη δική μου. Το νιώθεις ότι ζεις μέσα μου;
-       Με πουλάς και με αγοράζεις διαρκώς, ποτέ σου όμως δε με έχεις.
-       Δε θα σε αντάλλαζα με τίποτα, το γνωρίζεις, δε το γνωρίζεις;
-       Με διεκδικείς με κάθε ευκαιρία. Όταν λείψω νιώθεις άδειος, δίχως ύπαρξη, ένα άψυχο σώμα. Κάποτε κάποιος άλλος έρχεται, με αντικαθιστάς. Είναι εκείνος που σε παρασύρει στην άβυσσο του δόλου, των χαμένων ιδανικών και ονείρων, στην άβυσσο κάθε ευτελούς και ανούσιας πράξης. Είναι εκείνος που αναζητάς με όλες σου τις αισθήσεις, πιστεύεις σα θεό, ο αυτοσκοπός σου! Είναι εκείνη η στιγμή που αποσύρομαι και πάλι στο σκοτεινό και υγρό δωμάτιο των ξεχασμένων αξιών και ηρώων. Ο Ηρακλής δεν έβγαλε εις πέρας τον τελευταίο του άθλο, να σε απαλλάξει από την αυτοκαταστροφή.
-       Η ύπαρξη μου δεν θα είχε νόημα χωρίς τη δική σου!
-       Ανούσια τα λόγια, σπασμωδικές οι ενέργειες μπροστά στην πιο μεγάλη κρίση. Ο βίος σου προδιαγεγραμμένος, άνθρωπε, και εγώ δεν σκιαγραφούμαι με χρυσό μελάνι στον καμβά σου. Εραστή του πλούτου σε ονομάζουν, υποδουλωμένος στην επιταγή του θα ‘σαι!
-       Μη με εγκαταλείπεις τώρα! Η στέρηση σου πρόωρος θάνατος για εμένα!
-       Δεν κατοικώ σε τούτο τον κόσμο, άνθρωπε, η άρνηση σου με στοίχειωσε. Δεν έχω θέση πλάι σου πια! « Η στέρηση μου πρόωρος θάνατος για εσένα». Αναρωτήθηκες ποτέ αν πράγματι είσαι ζωντανός; Μήπως και εσύ χάθηκες πριν αιώνες; Γεύεσαι, αντιδράς στον κάθε ήχο, παρατηρείς τα πάντα, τα διαπερνάς με την υφή σου, προσλαμβάνεις τις μυρωδιές ολόκληρου του σύμπαντος, όμως αισθάνεσαι;
-       Φυσικά και αισθάνομαι!
-       Τα συναισθήματα σου, άνθρωπε, υποδουλώθηκαν μαζί με εσένα. Σκέψεις δίχως περιεχόμενο, σχέσεις εφήμερες, φτηνά ιδανικά, λόγια αόριστα και μέρες δίχως αύριο, η ζωή σου όλη! Πεθαμένα όνειρα και χαμένες ελπίδες γεμίζουν την κλεψύδρα του χρόνου. Ο πλούτος σε υποβιβάζει, σε σέρνει, σε παρασύρει, σε φυλακίζει σε παραισθήσεις σε προσδοκίες ψευδείς και όνειρα απατηλά. Μια σταγόνα η ζωή σου και παλεύεις να την εξατμίσεις και αυτή πριν χαθεί, ελεύθερη, στο σκότος του απείρου. Τον κοιτάς στα μάτια με διάχυτη ευγνωμοσύνη, γίνεσαι θύμα εκείνου και θύτης του εαυτού σου. Σου υποσχέθηκα ότι θα σου χαρίσω τα πάντα, το κυριότερο… να σου δώσω ζωή! Με εγκατέλειψες, με άφησες να περιπλανιέμαι μονάχη μέσα στους αιώνες, να αναμένω το τέλος, νεκρή ανάμεσα σε… νεκρούς!


         Ένας παγωμένος αέρας με διαπέρασε και με επανέφερε στο ψυχρό τοπίο της νύχτας. Λίγα βήματα μπροστά με την πλάτη στραμμένη στον άψυχο αυτό κόσμο. Ανοίγω τα χέρια διάπλατα, κοιτάζω για λίγα δευτερόλεπτα τον ουρανό και γίνομαι ένα με τη θάλασσα. Τη μοναδική πάνω στη Γη που παρέμεινε πιστή σε εμένα ως το τέλος. Μόνο αυτή είναι πραγματικά ελεύθερη! Σε χαιρετώ άνθρωπε… θα επιστρέψω όταν γίνεις θάλασσα!

                                                                                             Μαριλένα Ζάρκου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου